Περί γενετησίου ενστίκτου(Ιερομονάχου Διονυσίου Βογλού)Πλήθυνε ο αιώνας που διανύουμε σε πόνο, δάκρυ, αγωνία, στέρηση, αφόρητη συναισθηματική συναλλαγή, τραγική αντικειμενοποίηση του ανθρώπου. Η αρχική αναζήτηση της ελευθερίας οδήγησε στην καταπάτησή της, η ίδια ελευθερία έγινε νεκρόψυχος δεσμός του ανθρώπου. Ο άνθρωπος αισθάνεται μια λυσσαλέα ανάγκη να ζήσει χωρίς το βάρος της προσωπικής του ευθύνης, την οποία ασύστολα φόρτωσε στην πλάτη της φύσεως.Έτσι το πολύ πλήθος τρέχει ασυγκράτητο στην πολλά υποσχόμενη ψευδαίσθηση της απελευθέρωσης της γενετήσιας ορμής, τόσο για να αντισταθμίσει τον πόνο που έχει μέσα του, όσο και για να αισθανθεί ελεύθερο από τις υποσχέσεις που (φαινομενικά) στενεύουν τους ορίζοντες προοπτικής. Ζώντας χωρίς Χριστό αδυνατεί να δώσει στην γενετήσια ορμή την αληθινή της διάσταση, αλλά την ιεροποιεί και ωραιοποιεί. Την κάνει σκοπό της ζωής, χωρίς αυτήν αισθάνεται αλλοτριωμένος από τη ζωή, το άλλο φύλο, αυτοαμφισβητείται, γεμίζει ανασφάλεια.Για να βάλει κανείς τη γενετήσια λειτουργία στην σωστή της διάσταση και προοπτική, θα πρέπει να ξεκινήσει ίσως από τον πρωτόπλαστο. Άλλωστε ως βιολογική λειτουργία, από εκεί έχει την αρχή της. Η εντολή του Θεού «αυξάνεσθε και πληθύνεσθε» δόθηκε μέσα στον παράδεισο. Βέβαια είναι παντελώς άγνωστος ο τρόπος που θα πολλαπλασιάζονταν οι πρωτόπλαστοι μέσα στον παράδεισο αν δεν αμάρταναν. Πάντως δύο δεν θα μένανε. Είναι άγνωστος ο προπτωτικός τρόπος αύξησης του ανθρώπινου γένους σ’ όλους, ακόμα και στους αγίους. Άλλωστε δεν αφορά τον μεταπτωτικό άνθρωπο. Το να γνωρίζει ο άνθρωπος πλέον με ποιον τρόπο θα αυξανόταν το ανθρώπινο γένος αν οι πρωτόπλαστοι παρέμεναν αναμάρτητοι, δεν είναι γνώση σωτηριολογική, δηλ. δε βοηθά στη σωτηρία του. Μ’ αυτή τη γνώση δεν μπορεί να ανέλθει, δεν μπορεί αυτή η γνώση να τον κάνει μέτοχο της θέωσης, συμμέτοχο του Χριστού στην πατρική κληρονομιά. Ο Χριστός, ο Υιός και Λόγος του Πατρός, όταν σαρκώθηκε για τη σωτηρία του ανθρώπου, αποκάλυψε την Αγία Τριάδα και τον άνθρωπο και πρόσφερε σ’ αυτόν ό,τι είναι χρήσιμο για την πορεία του προς την θέωση, στην οικείωση της ζωής της Αγίας Τριάδας, για να μπορέσει ο άνθρωπος να ζει αιώνια μαζί Του. Δεν μίλησε, δεν αποκάλυψε τον τρόπο αύξησης του ανθρώπινου γένους πριν την πτώση του ανθρώπου.Επίσης, είναι σίγουρο ότι ο γνωστός βιολογικός τρόπος αναπαραγωγής της ανθρωπότητας δεν υπήρχε μέσα στον παράδεισο. Ο γνωστός τρόπος αναπαραγωγής και κατ’ επέκτασιν η οποιαδήποτε χρήση αυτής της λειτουργίας, φυσική, παραφυσική, παραχρηστική ή καταχρηστική, είναι μεταπτωτικό φαινόμενο.Όταν οι πρωτόπλαστοι έγιναν αυτοεξόριστοι της παραδείσιας μακαριότητας γέννησαν με το γνωστό βιολογικό τρόπο τον Κάϊν. Λέγει η Αγία Γραφή: «Αδάμ δε έγνω την γυναίκα αυτού, και συλλαβούσα έτεκε τον Κάϊν» (Γέν. 4:1). Όταν λέγει η Γραφή «έγνω» εννοεί ότι γνώρισε αυτήν σεξουαλικά.Όταν λοιπόν ο Χριστός εξέβαλλε του παραδείσου τον αμαρτωλό πλέον άνθρωπο για να μη γίνει το κακό αθάνατο και βασανίζει αυτόν (τον άνθρωπο) αιώνια, τον ενέδυσε με τους δερμάτινους χιτώνες ώστε να μπορέσει ο άνθρωπος να επιβιώσει, μέχρις ότου δια του Χριστού εισέλθει στην θέωση. Είπε ο Χριστός στη γυναίκα και στον άνδρα: «εν λύπαις τέξη τέκνα…» (Γέν. 3:16-21). Οι δερμάτινοι χιτώνες δόθηκαν ως φάρμακο κατά του θανάτου αφού ο άνθρωπος, αντί της μετά του Θεού αθανασίας, επέλεξε τον θάνατο χωρίς Θεό.Εάν δεν πολλαπλασιάζονταν οι πρωτόπλαστοι μετά την πτώση, θα πέθαιναν, και το ανθρώπινο γένος θα εξαφανιζόταν• έτσι ο ανθρωποκτόνος διάβολος θα πετύχαινε τη δική του ανυπαρξία, ο δε άνθρωπος θα έχανε κάθε διέξοδο από το αδιέξοδο, η οδός προς την αθανασία και τη θέωση θα έμενε αδιάβατη. Γι’ αυτό η Αγία Τριάδα προσφέρει στο γένος των ανθρώπων τους δερμάτινους χιτώνες, ένας εκ των οποίων είναι ο γνωστός βιολογικός τρόπος αύξησης της ανθρωπότητας. Αλλά επειδή οι δερμάτινοι χιτώνες έχουν την αρχή τους στον θάνατο, είναι διφυείς• νικούν τον θάνατο, αλλά και δίνουν τροφή στον θάνατο, τον συντηρούν. Έτσι και η γνωστή βιολογική λειτουργία της γενετήσιας ορμής, ο γνωστός τρόπος αυξήσεως νικά μεν τον θάνατο, καθ’ ότι στο πρόσωπο των απογόνων ζει το ανθρώπινο γένος, αλλά συγχρόνως δίνει τροφή στο θάνατο γιατί και τα παιδιά θα τα κυριεύει ο θάνατος, αφού τον θάνατο δεν μπορεί κανείς να τον νικήσει μόνο με τις δικές του δυνάμεις. Γι’ αυτό, η σεξουαλική νίκη κατά του θανάτου είναι πύρρεια.Στην αιωνιότητα όπου ο άνθρωπος θα εισέλθει εξ’ αιτίας της ανάστασης του Χριστού, οι δερμάτινοι χιτώνες καταργούνται. Η βιολογική γενετήσια λειτουργία καταργείται αφού ο Χριστός με την σταυρική Του θυσία και ανάσταση ζωοποίησε τον θάνατο κι ο θάνατος έπαψε να είναι ανίκητος, έγινε πέρασμα. Γι’ αυτό ο Χριστός, όταν τον ρωτούν οι Σαδδουκαίοι, λέγει ότι στην αιωνιότητα οι άνθρωποι θα ζουν όπως οι άγγελοι (Ματθ. 22:23-30). Με άλλα λόγια, το σεξ είναι φάρμακο κατά του θανάτου, και εφ’ όσον στην αιωνιότητα δεν υπάρχει θάνατος, παύει κι αυτό να λειτουργεί. Απλά το ανθρώπινο σώμα δεν εξυπηρετεί προς την κατεύθυνση του σεξ.Το μεγαλείο της αγνείας, της παρθενίας, ασχέτως αν οι περισσότεροι άνθρωποι αδυνατούν να εφαρμόσουν αυτή την αρετή, έγκειται στο γεγονός ότι ο κατά Χριστόν ουσιαστικά παρθένος στη διάνοια, στην ψυχή και στο σώμα, νικά τον θάνατο ολοσχερώς. Διότι αυτός, ζώντας εν Χριστώ και φτάνοντας ήδη από την παρούσα ζωή στην θέωση, στην ένωση μετά του Τριαδικού Θεού, έχει νικήσει το θάνατο ο ίδιος. Διότι ο Χριστός δεν αφήνει να πεθάνει αυτόν που είναι ενωμένος μαζί Του – κι αν πεθάνει, όταν πεθάνει δεν θα πεθάνει. Ο θεωμένος άνθρωπος έχει οικειωθεί τη ζωή του Χριστού κατά χάριν, γίνεται κύριος του θανάτου• π.χ. ο Μέγας Βασίλειος, ο άγιος Ιωάννης, γέροντας του αγίου Δωροθέου, οι οποίοι πέθαναν μόνο όταν το θέλησαν. Άλλωστε, ό,τι ο Χριστός αγιάζει, ό,τι προσλαμβάνει, αφθαρτοποιείται. Ο εν Χριστώ παρθένος λοιπόν, επειδή δεν αφήνει απογόνους, δεν δίνει τροφή στο θάνατο. Ο ίδιος είναι ζωοποιημένος, χριστοειδής, απογόνους δεν αφήνει ώστε να προσφέρει ζωή στο θάνατο, έχει νικήσει αυτόν καθ’ ολοκληρίαν. Αυτός ο άνθρωπος είναι ουσιαστικά επίγειος άγγελος και ουράνιος άνθρωπος. Γι’ αυτό οι Πατέρες της Εκκλησίας χαρακτηρίζουν την πορνεία ως πτώση, καθ’ ότι ο πόρνος μένει δέσμιος του θανάτου και της φθοράς. Η αγιοπνευματική κατάσταση της παρθενίας προέρχεται τελικά από την παρουσία του Αγίου Πνεύματος. Σ’ αυτήν ακριβώς τη δωρεά του Αγίου Πνεύματος πρέπει να προσαρτηθούν οι συστάσεις του Αποστόλου Παύλου: «Τούτο γαρ εστι θέλημα του Θεού, ο αγιασμός υμών, απέχεσθαι υμάς από της πορνείας, ειδέναι έκαστος υμών το εαυτού σκεύος κτάσθαι εν αγιασμώ και τιμή, μη εν πάθει επιθυμίας» (Α’ Θεσ. 4:3 εξ.). Ίσως αξίζει εδώ να μνημονευθεί ότι μια πόρνη κάθεται πάνω στο θηρίο (Αποκ. 17), ενώ τα γνήσια τέκνα της Εκκλησίας ακολουθούν το Χριστό, γιατί έζησαν με παρθενία (Αποκ. 14:4).Όταν ο Υιός και Λόγος του Πατρός έλαβε ανθρώπινο σώμα δια της αειπαρθένου Παναγίας, δεν το έλαβε με τον γνωστό βιολογικό τρόπο. Όχι γιατί περιφρονεί τον ανθρώπινο τρόπο αύξησης ή τη γενετήσια ορμή, αλλά γιατί ως Θεός κατά φύσιν δεν είχε ανάγκη των δερματίνων χιτώνων, γι’ αυτό ούτε πήγε κάπου να σπουδάσει ούτε έκανε σεξ. Αν χρησιμοποιούσε τους δερμάτινους χιτώνες τότε θα ήταν δέσμιος του θανάτου. Ο θάνατος θα ήταν αθάνατος αφού ο Χριστός ό,τι προσέλαβε το αφθαρτοποίησε. Επίσης δεν θα μπορούσε να σταυρωθεί, να ελευθερώσει τον άνθρωπο, να αναστηθεί και να αναστήσει την ανθρωπότητα, να χαρίσει την ζωή στον άνθρωπο.Ο σταυρωμένος και αναστημένος Υιός του Πατρός, ο Χριστός δεν έζησε όπως οι Ιουδαίοι ραββίνοι, οι οποίοι έπρεπε να νυμφεύονται. Η αληθοφανής αγαμία των Εσσαίων (Κουμράν) συνέβαλε στον περιορισμό του σκανδάλου που θα μπορούσε να προκαλέσει η παρθενία του Ιησού. Η παρθενία στον Χριστό δεν ήταν ένας στείρος ασκητισμός εχθρικός προς την γυναίκα. Μπορεί κανείς να καταλάβει τα κίνητρα αυτής της παρθενίας στη δήλωση: «Εισίν ευνούχοι οίτινες ευνούχισαν εαυτούς δια την βασιλείαν των ουρανών». Ένα τέτοιο πρόγραμμα ζωής, που αποτελεί πρόσκληση στον «δυνάμενο χωρείν», δεν γίνεται κατανοητό παρά μόνο σε σχέση με τη νέα πραγματικότητα, η οποία αποκαλύπτεται με τον Χριστό: ο ερχομός της βασιλείας της Αγίας Τριάδας, όπου εισέρχεται κανείς ακολουθώντας Τον. Η είσοδος σ’ αυτή την ένωση με την Αγία Τριάδα μπορεί να οδηγήσει σ’ ένα ξεπέρασμα των δερματίνων χιτώνων και της εντολής της δημιουργίας, προσδίδοντας ερωτικό νόημα στη θεληματική εγκράτεια.Όσοι λοιπόν πιστεύουν ότι το σεξ, η χρήση ή η παράχρησή του, είναι φυσικά στον άνθρωπο, κάνουν λάθος. Φυσική κατάσταση του ανθρώπου είναι ο Αδάμ πριν από την αμαρτία, παραφυσική είναι ο Αδάμ μετά την πτώση, έξω από τον παράδεισο, υπέρ φύσιν είναι η ζωή με τον Χριστό εν Αγίω Πνεύματι. Η αγιοπνευματική ζωή με τον Χριστό είναι ασυγκρίτως ανώτερη από τη φυσική ζωή του Αδάμ. Είναι ο τρόπος ζωής στον οποίο ο Αδάμ προσκλήθηκε να συμμετάσχει, αλλά αυτός απέτυχε. Είναι ουσιαστικά ο τρόπος ζωής που ταιριάζει στην ανθρώπινη φύση. Αυτός λοιπόν που πιστεύει ότι το σεξ είναι φυσιολογικό είναι αυτός που δεν επιθυμεί ή αδυνατεί να συμμετάσχει στη ζωή της αιωνιότητας. Αμαρτία είναι η εγκατάλειψη στην αδυναμία κι αυτός, αντί να ταπεινωθεί ως αδύναμος και να ζητήσει τη βοήθεια του Θεανθρώπου, δικαιολογεί την αδυναμία του κατηγορώντας ή συκοφαντώντας τον Χριστό ως άδικο, ως απάνθρωπο, και την Εκκλησία ως αναχρονιστική. Έτσι ούτε στην Εκκλησία Του εισέρχεται ούτε με τον Χριστό επιθυμεί να έχει αγαπητική σχέση. Αντίθετα, διατηρεί με τον Εσταυρωμένο Θεάνθρωπο σχέση αδιαφορίας ή αντιπαλότητας. Αν όμως περάσει στην αιωνιότητα με τέτοια ψυχική κατάσταση, πως εκεί θα αγαπήσει τον ταπεινό Χριστό, την πραεία Αγία Τριάδα; Πως θα επιβιώσει μέσα στην αγάπη;Αυτός (που φέρεται έτσι) είναι πλέον βέβαια ότι θα κάνει το σεξ σκοπό της ζωής του και τότε θα έχει πρόβλημα στην αιωνιότητα, επειδή εκεί το σώμα, ως εκφραστικό μέσο της ψυχής του, δεν θα τον εξυπηρετεί προς αυτή την κατεύθυνση. Η ψυχή του θα ηδονίζεται, θα επιθυμεί να κάνει σεξ αλλά το σώμα θα μένει ακίνητο και έτσι ο απραγματοποίητος πόθος σημαίνει αβάσταχτος πόνος. Βέβαια πόνος σημαίνει κόλαση.Αυτός που κάνει το σεξ σκοπό της ζωής του και γι’ αυτό δεν επιτρέπει στον εαυτό του να το αποχωρισθεί, ουσιαστικά το θεωρεί ως αξία απόλυτη πάνω από το Χριστό, αφού προτιμά την ανυπακοή από την υπακοή προς τον Χριστό που τον προτρέπει σε εγκράτεια. Τον γράφει στα παλιά του παπούτσια και του λέγει «κάνεις λάθος». Τον βρίζει, αν όχι με το στόμα, αλλά με τις πράξεις αυτό δείχνει. Διότι Θεός που κάνει λάθος (όπως αυτός πιστεύει) δεν είναι Θεός. Κι ο Χριστός είπε ότι αν ο άνθρωπος στην συνείδησή του τοποθετεί ο,τιδήποτε πάνω από τον Χριστό, δεν μπορεί να είναι γνήσιος μαθητής Του (Ματθ. 10:37). Για τους γνήσιους ακολούθους Του λέγει: «ίνα όπου ειμί εγώ, και υμείς ήτε» (Ιωάν. 14:3). Ο Χριστός είναι στον παράδεισο ως κτήτοράς του, αυτός που δεν μπορεί να ζήσει με τον Χριστό, που θα υπάγει;Στον παράδεισο είναι αδύνατον να υπάγει. Εκεί η ζωή με τον Χριστό είναι ελευθερία, δεν υπάρχει καταπίεση ή πειθαρχία, αλλά μόνο αγαπητικές σχέσεις με την Αγία Τριάδα και τους συνανθρώπους. Ο Χριστός ποτέ δεν λειτουργεί ως εξουσία. Εφ’ όσον λοιπόν υπάρχει ελευθερία στον παράδεισο, ο άνθρωπος του σεξ κυνηγά όλες τις άγιες γυναίκες που θα συναντήσει εκεί. Γι’ αυτό πηγαίνει στην κόλαση, όπου εκεί δεν μπορεί να κάνει όσο κακό θέλει να κάνει. Η κόλαση είναι αδιέξοδη, είναι το αδιάβατο όριο του κακού.Άλλος πιστεύει ότι μέσω του σεξ διατηρείται η αγάπη ή ότι αν αγαπά κανείς κάποιον πρέπει να κάνει σεξ με αυτόν. Γεννιέται το ερώτημα: Αν κάποιος αγαπά κάποιον, θα πρέπει να κάνει σεξ μαζί του για να αποδείξει την αγάπη του; Όχι βέβαια. Αν κάποιος αγαπά κάποιον άντρα θα πρέπει να κάνει σεξ μαζί του; Αν το πρόσωπο της αγάπης είναι παιδί, τότε τι θα πρέπει να γίνει; Αγάπη νομίζω είναι η αγαθή διάθεση της ψυχής, κατά την οποία κάποιος δεν προτιμά κανένα από τα υλικά πράγματα μπροστά στην ευτυχία του πλησίον. Και είναι αδύνατον να αποκτήσει την αγάπη αυτή εκείνος που προσηλώνεται με πάθος στην υλική επιφάνεια του προσώπου• δηλαδή στο σώμα. Άλλωστε είναι γνωστά στα γνήσια παιδιά της Εκκλησίας ότι την αγάπη γεννά η καθαρότητα, την καθαρότητα γεννά η υπομονή και η μακροθυμία, αυτές δε τις γεννά η εγκράτεια που τις περιέχει. Αυτός που είναι εγκρατής υπομένει τις θλίψεις, ενώ αυτός που υπομένει τα θλιβερά έχει την ελπίδα του προς τον Χριστό. Η ελπίδα προς τον αναστημένο Υιό του Πατρός απομακρύνει το νου από κάθε προσήλωση στην υλική επιφάνεια των όντων, αφού δε απομακρυνθεί ο νους από αυτή την προσήλωση, θα έχει την πραγματική αγάπη προς τον άλλο, που είναι κραταιά ως ο θάνατος.Κάποιος λέγει ότι το σεξ διατηρεί τον έρωτα. Αντίθετα η πραγματικότητα δείχνει ότι το σεξ σκοτώνει τον έρωτα. Κάθε έρωτας, είτε απευθύνεται προς την Αγία Τριάδα είτε προς το άλλο φύλο, βρίσκει την πλήρη έκφρασή του στην ένωση. Άλλωστε γι’ αυτό κάποιος παντρεύεται, για να είναι πάντοτε μαζί με τον άλλον που ερωτεύθηκε έστω και φευγαλέα. Αφού λοιπόν ο έρωτας βρίσκει την πλήρη έκφρασή του στην ένωση, όταν πραγματοποιηθεί αυτή δια του σεξ, ο έρωτας έχει εξαντλήσει τα όριά του, δεν έχει άλλο τίποτα να δώσει. Αυτός λοιπόν που μένει προσκολλημένος στο σεξ, ως μοναδική ή ύψιστη εκδήλωση του έρωτα, χάνει τον έρωτα, την τρυφερότητα, την στοργή, τον σεβασμό του προσώπου του άλλου, και μετά έρχεται ως συνέπεια η φθορά της ερωτικής διάθεσης. Γι’ αυτό όλες οι προγαμιαίες σχέσεις φθείρονται, καταστρέφονται, τις διαδέχεται πολλές φορές το μίσος. Αρχίζουν οι νέοι, π.χ. να ερωτεύονται και να έχουν προγαμιαίες σχέσεις στα δεκάξι τους χρόνια, αλλά στην ηλικία των τριάντα παντρεύονται άλλον, αφού έχουν αλλάξει ερωτικό σύντροφο πέντε – δέκα φορές. Που είναι ο έρωτας; Έρωτας είναι η παρατεταμένη αγάπη. Η αγάπη που διατηρείται στο χρόνο δεν γεννά τον έρωτα, είναι έρωτας.Βέβαια και μέσα στο γάμο υπάρχουν οι καταστροφικές παρενέργειες του σεξ. Μέσα στο γάμο υπάρχει το σεξ. Άλλωστε δι’ αυτού συνεργαζόμενος ο άνθρωπος με το Θεό αφήνει απογόνους, νικά τον θάνατο, και γι’ αυτό αισθάνεται ολοκληρωμένος. Αλλά στον γάμο ο Χριστός δεν ευλογεί το σεξ, όπως νομίζουν πολλοί, αλλά την ερωτική ένωση με σκοπό την υπέρβαση των δερματίνων χιτώνων. Την σωματική ένωση η Εκκλησία την προσφέρει ως προϋπόθεση. Ακούγεται κατά τη διάρκεια του μυστηρίου: «καταλείψει άνθρωπος τον πατέραν αυτού και την μητέρα, και προσκολληθήσεται προς την γυναίκα αυτού, και έσονται οι δύο εις σάρκα μίαν, ώστε ουκέτι εισί δύο, αλλά μία σαρξ» (Μαρκ. 10:7-8). Αυτό σημαίνει ότι και σεξ να μην υπάρξει, ήδη κατά Χριστόν είναι κανείς ένα σώμα με το ταίρι του. Γι’ αυτό ο βαθμός συγγενείας μεταξύ των συζύγων είναι μηδέν. Κανείς δεν είναι συγγενής του εαυτού του.Ο Χριστός όταν έρχεται να τελέσει το μυστήριο του γάμου, καθαγιάζει την οικογένεια, προσφέρει τη δυνατότητα της μεταστροφής που υπογραμμίζει την αξία του χαμένου ιδανικού. Δεν αποδέχεται το γάμο ως αδυναμία του αμαρτωλού. Δεν αρκείται να επαναφέρει το γάμο στην αρχική τελειότητα, που είχε αμαυρώσει η ανθρώπινη αμαρτία. Τοποθετεί αυτόν σε νέα βάση που του παρέχει την πραγματική του σημασία μέσα στη βασιλεία της Αγίας Τριάδας. Η άρρηκτη ένωση της Εκκλησίας με τον Χριστό και η θυσιαστική αγάπη Του για την Εκκλησία, που την τελείωσε (τελειοποίησε) με το αίμα Του, αποτελούν το ζωντανό πρότυπο προς το οποίο τείνουν να ομοιωθούν οι σύζυγοι. Η γενετήσια ορμή γίνεται τώρα αποδεκτή μέσα στο φως της Αναστάσεως που τη μεταμορφώνει: «Οι άνδρες αγαπάτε τας γυναίκας εαυτών, καθώς ο Χριστός ηγάπησε την Εκκλησίαν» (Εφ. 5:25). Το βάρος πέφτει στο «καθώς»• δηλ. με το αίμα Του, με την σταύρωσή Του. Με άλλα λόγια, ο άνθρωπος μέσα στο γάμο θα πρέπει να θυσιάζεται. Δι’ αυτής της θυσίας συσταυρώνεται με τον Χριστό και έτσι δύναται να συναναστηθεί μαζί Του.Η Εκκλησία λοιπόν ως φιλόστοργη μητέρα βάζει τον Χριστό μέσα στη γαμική ένωση. Ο Χριστός ελεύθερα εισβάλλει μέσα στην Ιστορία με την τέλεση του μυστηρίου για την αγάπη των τέκνων της Εκκλησίας. Αν το ζευγάρι ζει κατά Χριστόν μαζί με τον Χριστό, πιασμένο από το χέρι Του, τρώγοντας το σώμα Του και πίνοντας το αίμα Του, συμμετέχοντας στο τραπέζι που Αυτός ετοιμάζει, οι παρενέργειες του σεξ παύουν να υπάρχουν.Η Εκκλησία λοιπόν δεν ευλογεί τις προγαμιαίες σχέσεις, γιατί αυτές δεν έχουν Χριστό μέσα τους. Ούτε καν έρωτα δεν έχουν. Δημιουργούν ψευδαίσθηση έρωτος αλλά καταλήγουν στην εκμετάλλευση του πλησίον. Κάνουν τον άνθρωπο να βλέπει το συνάνθρωπό του ως αντικείμενο από το οποίο θα πάρει ηδονή. Είναι παρατηρημένο ότι κανείς δεν πηγαίνει να κάνει σεξ για να προσφέρει στον άλλον ευχαρίστηση αλλά μόνον για να πάρει. Εκμεταλλεύεται το σώμα του άλλου όπως και ο πλούσιος. Ο ένας εκμεταλλεύεται τον πλησίον για το χρήμα και ο άλλος για την ηδονή. Γι’ αυτό και ο ένας και ο άλλος δύσκολα θα εισέλθουν στην βασιλεία της Αγίας Τριάδας.Αυτός που πιστεύει ότι είναι απαραίτητο να δημιουργήσει προγαμιαίες σχέσεις μολύνει την ψυχή του και την ψυχή του άλλου. Γίνεται ο ίδιος αντικείμενο εκμετάλλευσης και εκμεταλλεύεται. Δια της πράξεως εγχαράσσεται μέσα του το είδωλο της αμαρτίας, και πολεμείται πλέον μόνος του, βάσει της λειτουργίας του συνειρμού και της αναπλάσεως. Γι’ αυτό είτε βλέπει είτε δεν βλέπει το άλλο φύλο, το φαντάζεται μόνος του – είτε το θέλει είτε δεν το θέλει. Αυτό το είδωλο υπάρχει πάντα μέσα του και δεν εξαλείφεται παρά μόνο με την συχνή εξομολόγηση, προσευχή, νηστεία. Βλέπει τον άλλον μόνο μέσα από τη σεξουαλική πράξη.Επίσης, τα είδωλα των προγαμιαίων σχέσεων τον εμποδίζουν να δημιουργήσει υγιείς γαμικές σχέσεις με τον έρωτά του. Γιατί όλοι αυτοί που πέρασαν από τη ζωή του είναι μέσα του, υπάρχουν. Φέρει μέσα του ο,τιδήποτε έζησε με τους άλλους κι έτσι τον καινούργιο έρωτά του, συνειδητά ή ασυνείδητα, τον συγκρίνει με τους άλλους. Οι άλλοι είναι πάντοτε παρόντες. Έτσι αδυνατεί να γνωρίσει πραγματικά το ταίρι του, να το κατανοήσει, να το αξιολογήσει, το αδικεί. Π.χ. αν κάποιοι τον διώξανε, φοβάται ότι και το ταίρι του θα τον διώξει. Οι γυναίκες λένε «όλοι οι άντρες θέλουν σεξ», ή, «όλες οι γυναίκες είναι καλές μόνο για το κρεβάτι»• έτσι, αν ο ένας για κάποιο λόγο δεν μπορεί να κάνει σεξ, ο άλλος σκέπτεται «με απατά», γιατί και ο (η) πρώην τα ίδια έκανε. Έτσι κατακρίνει τον νυν και τον αστυνομεύει, ενώ δεν υπάρχει αιτία. Ή προσφέρει μόνο το σώμα του για να κρατήσει τον νυν κοντά του – για κατανόηση του ψυχικού κόσμου του άλλου ούτε σκέψη δεν υπάρχει. Απομονώνεται από τον άλλον και οδηγείται στην ατομοκρατία, την φιλαυτία, που είναι μητέρα των κακών. Διότι απ’ αυτήν γεννιούνται τα τρία πρωταρχικά και μανιώδη πάθη• δηλαδή της γαστριμαργίας, της φιλαργυρίας και της ματαιοδοξίας. Αυτά τα πάθη λαμβάνουν τις αφορμές της κακίας από τις δήθεν απαραίτητες σωματικές ανάγκες, από τις οποίες γεννιέται όλος ο κατάλογος των κακών. Το πάθος της φιλαυτίας υποκινεί τον άνθρωπο να ασχολείται υπερβολικά με το σώμα και να του παρέχει περισσότερες απ’ όσες πρέπει τροφές και διασκεδάσεις, τάχα για να ζήσει τη ζωή του, τάχα για να ελκύσει τον άλλον να ενδιαφερθεί, τάχα για να διώξει την ανία, ώστε παρασυρόμενος σιγά-σιγά, να πέσει στον απύθμενο λάκκο της φιληδονίας, της ικανοποιήσεως των επιθυμιών σε βάρος του πλησίον.Ο φίλαυτος όμως δεν μπορεί να αγαπήσει κανέναν και τίποτα. Αδυνατεί να αγαπήσει γιατί στην ξέφρενη πορεία για την ικανοποίηση των επιθυμιών του θα συγκρουσθεί και με τους καλούς και τους κακούς. Με τους κακούς, γιατί αυτοί διεκδικούν μερίδιο από τις ηδονές, με τους εναρέτους, γιατί αυτοί με τον τρόπο ζωής των δημιουργούν σ’ αυτόν αισθήματα ενοχής και φθόνου. Έτσι, όπως ακριβώς τις μέρες διαδέχονται οι νύχτες και τα καλοκαίρια οι χειμώνες, την ηδονή διαδέχεται η λύπη και η στεναχώρια. Αυτός όμως ζώντας χωρίς το Χριστό και τη χαρά που Εκείνος προσφέρει, καταφεύγει πάλι στην εκμετάλλευση των όντων ώστε να πάρει ηδονή από αυτά, η ηδονή οδηγεί στη στεναχώρια κ.λπ. Ο φαύλος κύκλος περισφίγγει τον άνθρωπο και η αμαρτία ζει και ο άνθρωπος πεθαίνει.Ο δέσμιος της φιλήδονης φιλαυτίας, για να δικαιολογήσει την αδυναμία του, την εγκατάλειψή του στην ευκολία, θα μεταθέτει τη γενετήσια ορμή ακόμα και στους κόλπους της θεότητας. Αδυνατεί να πιστέψει πως ο Υιός γεννάται εκ του Πατρός χωρίς τη γενετήσια ορμή. Θα αρνηθεί τον τρόπο σαρκώσεως του Υιού εκ της αειπαρθένου Μαρίας. Απίστευτο γι’ αυτόν το πως η παρθένος μένει παρθένος μετά τη γέννηση. Θα πει ότι η Παναγία είχε σεξουαλικές σχέσεις με τον Ιωσήφ. Ο Χριστός δεν έζησε με παρθενία. Οι άγιοι δεν είναι άγιοι. Η Εκκλησία είναι απάνθρωπη. Έτσι φτάνει μέχρι τη βλασφημία και ιεροποιεί την γενετήσια ορμή.Γι’ αυτό ο Χριστός, οι Πατέρες της Εκκλησίας, προτρέπουν τον άνθρωπο στην αγνότητα. Αγνότητα δεν είναι κάτι μόνο σωματικό• δεν είναι μόνο, απλώς, η αποχή από το σεξ. Αγνός είναι αυτός ο οποίος σκέφτεται πάντοτε αθώα για τους πάντες και τα πάντα. Τέλος της αγνότητας είναι η θεολογία. Θεολόγος είναι αυτός ο οποίος έχει ενωθεί με το Θεό Λόγο, και τότε ο ανθρώπινος λόγος ενωμένος με το Θεό Λόγο γίνεται θεανθρώπινος λόγος, και ο άνθρωπος από λογικό ον γίνεται θεολογικό. Σ’ αυτή την πνευματική κατάσταση μιλά για τον Θεό μαζί με τον Θεό. Για να φτάσει κανείς σ’ αυτή την αγιοπνευματική κατάσταση πρέπει ο νους να αποκοπεί τελείως από τα σαρκικά και κοσμικά πράγματα και να προσεύχεται (ο νους) απαλλαγμένος από τα υλικά πράγματα και σχήματα του κόσμου. Εκείνος που διατηρεί ακέραια αυτή την κατάσταση, αυτός πραγματικά είναι αγνός.Όσο λοιπόν πιο εγκρατής είναι κανείς, τόσο καλύτερα. Ο Χριστός, η Εκκλησία, δείχνουν το τέλος που θα έπρεπε να φτάσει ο άνθρωπος. Για την πορεία προς αυτό το τέλος υπάρχει η εξομολόγηση, και ο πνευματικός πατέρας βοηθά τον γνήσιο ακόλουθο του Χριστού να βρει το προσωπικό του μέτρο απέναντι στο Θεό, στο συνάνθρωπο, στον εαυτό του. Ας αγωνιστεί εργαζόμενος τις εντολές να βρει το μέτρο του με την εξομολόγηση, τον πνευματικό του και θα συναντήσει τον Χριστό.Εκείνον τον Σαμψών, η παράλογη επιθυμία της γυναίκας τον έριξε στη φυλακή. Όχι η γυναίκα ως ον, αλλά η πορνεία του, η αχαλίνωτη επιθυμία ικανοποιήσεως της γενετήσιας ορμής. Ο Σολομών από την ίδια κατάχρηση έπεσε. Ο Δαβίδ έφθασε στο αμάρτημα του φόνου, έγινε σκληρός και απάνθρωπος μετά τη μοιχεία του με τη Βηρσαβεέ. Μπορεί να νομίζει λοιπόν κανείς ότι η παράχρηση ή κατάχρηση του σεξ δεν φθείρει τον άνθρωπο ψυχικά, αλλά το παράδειγμα του Δαβίδ πιστοποιεί το αντίθετο.Ο σώφρονας δεν θα δώσει προσοχή στις κακόφωνες σειρήνες που λένε π.χ. «έφτασες 20 χρονών και είσαι ακόμα παρθένος;» Το λέγει αυτός που έχει υποστεί όλες τις παρενέργειες του σεξ και φθονεί, συνειδητά ή ασυνείδητα, την αγνότητα του άλλου. Θέλει να μην ξεχωρίζει κανείς γιατί καθρεπτίζεται, κι αυτό που βλέπει δεν τον ικανοποιεί καθόλου. Όταν κάποιος στέκεται πραγματικά σ’ ένα επίπεδο, ο άλλος, συνειδητά ή ασυνείδητα, λέγει: «κι εγώ θα ήθελα να ήμουν σαν κι αυτόν αλλά δεν τα έχω καταφέρει». Γι’ αυτό κατηγορεί, συκοφαντεί τον αγνό για να δικαιολογήσει τον τρόπο ζωής του. Εκφράζει το μίσος ή αποστροφή προς τον αγνό για να τον εξουθενώσει, ενώ ουσιαστικά μισεί, περιφρονεί τον δικό του ακόλαστο εαυτό. Γι’ αυτό οι περισσότεροι συκοφαντούν, κατηγορούν τον μοναχισμό, τους μοναχούς.Ο εραστής της αγνότητας θα αδιαφορήσει για το επιχείρημα που έντονα προβάλλεται από αυτούς που κατέχονται από το σαρκικό φρόνημα, ότι «πρέπει κανείς να τα δοκιμάσει όλα για να τα γνωρίζει όλα». Όταν κανείς κάνει το κακό, χάνει τη γνώση του κακού που κάνει. Το κακό πολεμά το αγαθό καθ’ ολοκληρίαν και ένα από τα αγαθά είναι και η γνώση του κακού. Ο Χριστός, ως Θεός παντογνώστης γνωρίζει το κακό, αλλά δεν έχει εμπειρία του κακού. Δεν κάνει το κακό. Δεν είναι κακός.Ο χριστοειδής αγωνιστής της αγνότητας θα κρεμαστεί από το ρούχο του Χριστού και δεν θα το αφήσει για να είναι αρεστός στους ανθρώπους. Δεν θα φύγει από τον Χριστό για να μην διωχθεί από την παρέα, την κοινωνία ως αναχρονιστικός. Η ανθρωπαρέσκεια οδηγεί ουσιαστικά στην απιστία προς τον Χριστό. Και σ’ αυτήν ακολουθούν σαν παιδιά η αμέλεια στην κοινή λατρευτική και ιδιωτική προσευχή, ακολουθεί η ακολασία, στη συνέχεια έρχεται η κενοδοξία, η υπερηφάνεια και αυτήν ακολουθεί ο φθόνος, η ζήλεια, ο δόλος, η υποκρισία, η υποκριτική ευλάβεια, η προσωποληψία και η προσπάθεια να παρουσιαστούν όλα αυτά με τη σοφία των λόγων ως καλά ώστε να καλυφθεί η βλάβη τους. Ακολουθεί η πτώχευση της προσωπικότητας, η οποία παραπέμπει στην απελπισία, η οποία οδηγεί στην σκληρότητα, στον σαδισμό.Ο σαδιστής, ο σκληρόκαρδος συμβουλεύοντας έναν, σκέφτεται κακό εναντίον άλλου. Επαινώντας έναν, κατηγορεί άλλον. Διαβάλλει ανώνυμα, για να καλύψει τη δική του κακολογία. Όταν εγκωμιάζονται ενάρετοι δείχνει την αποστροφή του. Τους προϊσταμένους όταν είναι απόντες τους εξευτελίζει, και όταν είναι παρόντες τους εξυμνεί κατά πρόσωπον. Αυτούς που υστερούν σε παιδεία τους κοροϊδεύει και στους δασκάλους ψάχνει να βρει μομφή, για να δείξει ότι ο ίδιος είναι σοφός. Τις αρετές των άλλων τις λησμονεί περιφρονώντας, ενώ τις ελλείψεις των τις διατηρεί στη μνήμη του. Αναζητά ευκαιρίες να υπηρετεί πρόσωπα ως δούλος, ενώ εξουθενώνει όσους είναι υποδεέστεροι. Κρύπτει τα δικά του κακά με το να ρωτά για τα κακά των άλλων. Με τάφο ανοιχτό μοιάζει ο λάρυγγάς του• με τη γλώσσα του πλέκει δολιότητες. Δηλητήριο φιδιών υπάρχει κάτω από τα χείλη του, και το στόμα του είναι γεμάτο από κακία και κατάρα. Συντρίμματα και δυστυχία σπέρνει στο δρόμο του και δε γνωρίζει το δρόμο της ειρήνης. Τα χέρια του είναι γεμάτα από αίμα : επειδή «εκείνος που μισεί τον αδελφό του είναι φονιάς» (Α’ Ιωάν. 3:15, πρβλ. Ψαλμ. 13:3).Ο γνήσιος ακόλουθος του Χριστού ξέρει να αγωνίζεται και γιατί αγωνίζεται. Το δικό του πολίτευμα υπάρχει στον ουρανό. Δεν θέλει να μείνει στο παρά φύσιν, ούτε στη φυσική κατάσταση, αλλά αγωνίζεται να ανέλθει στο υπέρ φύσιν, να γίνει θεός κατά χάριν, να μετέχει στις άκτιστες ενέργειες της Αγίας Τριάδας. Ο αγώνας του είναι να έχει κατά χάριν ό,τι έχει ο Θεός κατά φύσιν. Ενωμένος με τον Χριστό να περάσει στην αιωνιότητα. Στην αιωνιότητα θα κινείται μέσα στον άπειρο ορίζοντα της Αγίας Τριάδας, από τον οποίο δεν επιθυμεί να εξέλθει. Γιατί γνωρίζει ότι δεν υπάρχει τίποτα πιο γλυκό, πιο ωραίο από το πρόσωπο του Χριστού, ώστε να κινηθεί προς αυτό. Και τότε θα υπάρχουν οι ήλιοι, τα φεγγάρια, οι αστέρες, αλλά όλα θα τα καλύπτει το άκτιστο φως του αναστημένου Υιού του Πατρός. Γι’ αυτό λέγει ο Χριστός ότι οι αστέρες δε θα δώσουν το φέγγος τους. Αυτό το φως θα αντανακλάται από τα σώματα των σεσωσμένων. Το ανθρώπινο σώμα θα φεγγοβολεί με το φως του Χριστού, θα έχει διαφάνεια, θα λάμπει περισσότερο από τον ήλιο. Είναι τόσο όμορφος ο Χριστός, είναι πηγή κάθε ομορφιάς, που δεν θα θέλει ο θεωμένος να βλέπει τίποτα άλλο.Εκεί λοιπόν επιθυμεί να φτάσει ο γήινος ακόλουθος του Χριστού. Και να παντρευτεί, και παιδιά να κάνει, πάνω από τον Χριστό δεν τοποθετεί τίποτα. Πολύ περισσότερο την αχαλίνωτη γενετήσια ορμή. Ο Χριστός είναι το Α και το Ω.Το να σωθεί κάποιος μόνος του, με τις δικές του μόνο δυνάμεις, είναι αδύνατο, όμως τα πάντα είναι δυνατά στο Χριστό. Ας βιαστεί να εμφανιστεί μπροστά Του με ύμνους, δοξολογίες, συμμετοχή στη μυστηριακή ζωή της Εκκλησίας. Ας πέσει μπροστά Του κι ας κλάψει για την αμαρτία του, για την αδυναμία του. Ας βασισθεί στα λόγια Αυτού που λέγει με τη φωνή του Ησαΐα: «Όταν απομακρυνθείς από το δρόμο Μου και στενάξεις γεμάτος από μετάνοια, τότε θα σωθείς» (Ησ. 30:15). «Μήπως δεν έχει τη δύναμη το παντοδύναμο χέρι του Χριστού να σε σώσει; Ή μήπως έγινε βαρήκοο το αυτί Του ώστε να μην ακούει πλέον; Τα αμαρτήματα χωρίζουν τον άνθρωπο από το Θεό» (Ησ. 59:1-2).